Οι ασφαλιστικές εταιρείες μειώνουν τον αριθμό των γιατρών και των νοσοκομείων που βρίσκονται στη διάθεση των πελατών τους, σε μια προσπάθεια να περιορίσουν το κόστος του νόμου για την οικονομικά προσιτή ιατροφαρμακευτική περίθαλψη (Affordable Care Act – ACA), γνωστού και ως Obamacare, σύμφωνα με τους «New York Times».
Επικαλούμενη μια νέα μελέτη της συμβουλευτικής εταιρείας McKinsey & Co., η εφημερίδα υποστηρίζει ότι το ποσοστό των ασφαλιστικών προγραμμάτων στενού δικτύου (narrow network) έχει αυξηθεί σημαντικά. Ειδικά όσον αφορά τα φτηνότερα προγράμματα που διατίθενται στο πλαίσιο του ACA, το 70% αυτών είναι πλέον στενού δικτύου.
Η McKinsey προσδιορίζει ως προγράμματα στενού δικτύου εκείνα που περιλαμβάνουν λιγότερο από το 70% των ιατρών και των νοσοκομείων μιας αγοράς. Η ίδια μελέτη διαπιστώνει τα εξής:
- Τα ασφάλιστρα για προγράμματα ευρέος δικτύου (broad network) είναι 13-17% υψηλότερα από τα ασφάλιστρα των προγραμμάτων στενού δικτύου.
- Όταν καλούνται να επιλέξουν μεταξύ λιγότερων επιλογών και υψηλότερων ασφαλίστρων, οι περισσότεροι καταναλωτές συνειδητά επιλέγουν τα φτηνότερα προγράμματα, ακόμη κι όταν διατίθενται ακριβότερα προγράμματα με περισσότερες επιλογές.
- Περίπου το 10% των καταναλωτών δεν έχουν επιλογή. Τα προγράμματα στενού δικτύου είναι γι’ αυτούς μονόδρομος.
- Περίπου το ¼ όσων αγόρασαν προγράμματα στενού δικτύου μέσω του ACA δεν κατάλαβαν ότι θα έχουν λιγότερες επιλογές σε γιατρούς και νοσοκομεία.
Μια άλλη έρευνα, την οποία διενήργησε το Ταμείο της Κοινοπολιτείας, διαπίστωσε ότι οι περισσότεροι από τους νέους ασφαλισμένους ήταν ευχαριστημένοι με τις επιλογές τους όσον αφορά το ιατρικό-νοσοκομειακό δίκτυο. Είναι ωστόσο αξιοσημείωτο ότι το 40% αυτών των ασφαλισμένων δεν ήξεραν ποιοι γιατροί ή κλινικές καλύπτονταν από το πρόγραμμά τους.
Το σίγουρο είναι ότι τα προγράμματα στενού δικτύου ήρθαν για να μείνουν και ότι οι ασφαλιστές έχουν κάθε λόγο να τα κρατούν στην αγορά.